Τρίτη 28 Μαΐου 2013

Καλώς ήρθατε στην νέα πολυπολιτισμική Ευρώπη



του Ναπολέοντος Λιναρδάτου



Η πραγματικότητα, όπως την βιώνουν οι Ευρωπαίοι πολίτες, βρίσκει τον τρόπο να σπάει την σιωπή των ΜΜΕ και να διακόπτει την ροή της εικονικής ομαλότητας που μεταδίδουν. Κρίμα που αυτό συμβαίνει συνήθως όταν ένας άνθρωπος έχει χάσει την ζωή του. Κρίμα που η έστω και μερική μετάδοση της πραγματικότητας μπορεί να γίνει μόνο μετά από κάποια ανθρωποθυσία. 

Αναρωτιέται κανείς πόσες ανθρώπινες ζωές θα πρέπει να καταστραφούν πριν οι διοικούντες καταλάβουν ότι το πολυπολιτισμικό μοντέλο έχει αποτύχει. Αν κάτι θα έπρεπε να έχει γίνει κατανοητό εδώ και πολλές δεκαετίες στην γηραιά ήπειρο είναι ότι τα πειράματα που στρέφονται ενάντια στην ανθρώπινη φύση αποτυγχάνουν. Το πείραμα του φασισμού απέτυχε με θύματα 50 εκατομμύρια ανθρώπινες ζωές. Το πείραμα του κομμουνισμού απέτυχε και αυτό έχοντας σφαγιάσει πρώτα 100 εκατομμύρια ανθρώπους. Αν κάτι θα έπρεπε να έχουμε μάθει στην γηραιά ήπειρο είναι να αποφεύγουμε τις θεωρητικές και ιδεαλιστικές φαντασιώσεις της θολοκουλτούρας. Η ανθρώπινη εμπειρία και παράδοση θα πρέπει να είναι οι βασικές πηγές παραγωγής πολιτικής. 

Οι δύο ισλαμιστές που αποκεφάλισαν τον 25χρονο Λι Ρίγκμπι πέταξαν το πτώμα του στην μέση του δρόμου και μετά κάλεσαν τους περαστικούς για να κάνουν δηλώσεις. Σταμάτησαν μάλιστα και ένα λεωφορείο προσκαλώντας τους επιβάτες να πάρουν φωτογραφίες και βίντεο με τα τηλεφωνά τους. Η αστυνομία πήρε τον χρόνο της για να κάνει την εμφάνιση της. 

Γράφτηκε ότι ίσως για πρώτη φορά στην ιστορία της Βρετανίας ο αριθμός των αστυνομικών υπερβαίνει αυτών των στρατιωτών. Πριν αναρωτηθείτε γιατί με τόσους πολλούς αστυνομικούς πήρε αρκετό χρόνο για υπάρξει αστυνομική αντίδραση στο συγκεκριμένο συμβάν, θα ήθελα να σας ενημερώσω ότι όλοι αυτοί οι αστυνομικοί πολεμούν νύχτα και μέρα το έγκλημα. Για παράδειγμα μετά τον σφαγιασμό του 25χρονου Λι Ρίγκμπι, η βρετανική αστυνομία έκανε τρεις απανωτές συλλήψεις. Οι πρώτες δύο για σχόλια στο twitter και η άλλη για σχόλιο στο facebook. Ο λόγος για αυτές τις συλλήψεις ήταν «κακόβουλες επικοινωνίες» που δυσφημούσαν την μουσουλμανική θρησκεία. 

Οι έρευνες για τα σχόλια άρχισαν τις 3:20 π.μ., λίγο αργότερα και μέσα στην άγρια νύχτα η αστυνομία εισέβαλε στις κατοικίες των υπόπτων για να κάνει τις συλλήψεις. Θα πρέπει να σας ενημερώσουμε ότι η Βρετανία ανήκει στις χώρες εκείνες που η κα Φώφη Γεννηματά χαρακτηρίζει ως «την πρωτοπορία αντιμετώπισης της ρατσιστικής βίας». Έτσι οι βρετανικές αρχές έχουν στήσει ένα μεγάλο και περίπλοκο μηχανισμό παρακολούθησης των απόψεων των πολιτών, που παρεμπιπτόντως, έχει προχωρήσει και πέρα από την αστυνόμευση ιδεών. Για παράδειγμα, οι τοπικές αρχές διέταξαν την Beverley Akciecek, ιδιοκτήτρια του καφενείου Snack Shack, να αλλάξει απορροφητήρα γιατί η μυρωδιά του μπέικον προσέβαλε τους μουσουλμάνους περίοικους. Εν τω μεταξύ, η Βρετανία τα τελευταία χρόνια γνωρίζει μια ραγδαία και δραματική αύξηση της εγκληματικότητας. Μάλλον θα χρειάζονται περισσότερους νόμους λογοκρισίας. 

Όπως μας “ενημερώνουν” τα ελληνικά ΜΜΕ χρειάζεσαι επίσης και ένα μεγάλο και γενναιόδωρο κράτος πρόνοιας για τους μετανάστες. Αν και ένας μεγάλος αριθμός μεταναστών στην Βρετανία ζει από το κράτος πρόνοιας, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το βρετανικό κράτος δεν είναι τόσο γενναιόδωρο όσο τα σκανδιναβικά. Ή μάλλον θα πρέπει να το ξεχνάμε, γιατί γεγονότα στην Σουηδία την εβδομάδα που πέρασε δημιουργούν κάποιες δυσκολίες για την μέχρι πρότινος εικονική πραγματικότητα των ΜΜΕ. 

Μετά τις ταραχές και τις ολονύχτιες οδομαχίες στην Σουηδία επί σειρά ημερών, τώρα η αφήγηση για τον σκανδιναβικό μοντέλο αλλάζει, και όπως μας ενημέρωνε το δελτίο του ΣΚΑΙ την Πέμπτη, ή το Βήμα της Κυριακής μερικές μέρες μετά, «Η ανεργία και ο κοινωνικός αποκλεισμός γεννούν την οργή» στην... Σουηδία. Να σημειώσουμε εδώ ότι η ανεργία στην πόλη των ταραχών είναι 8% και ότι το σουηδικό κράτος παρέχει σε κάθε μετανάστη από την πρώτη στιγμή, δωρεάν στέγαση, δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, δωρεάν εκπαίδευση και μια σειρά επιδομάτων. Αλλά ίσως όλα αυτά να μην είναι αρκετά, ίσως να χρειάζονται και οι Σουηδοί περισσότερους νόμους λογοκρισίας. Θα μπορούσαν ίσως να δανειστούν από τους Βρετανούς αυτό το εγχειρίδιο παρακολούθησης με τον κωδικό 1984, κάποιου εν ονόματι Τζορτζ Όργουελ. 

Πίσω στα δικά μας, την Κυριακή το πρωί στην Κέρκυρα, Αφγανός στην προσπάθεια του να ληστέψει μια Ελληνίδα φοιτήτρια την έσπρωξε σε γκρεμό. Η φοιτήτρια τραυματίστηκε σοβαρά και «διακομίστηκε στο νοσοκομείο του νησιού, όπου νοσηλεύεται.» Υποθέτω ότι όταν ξαναβρεί τις αισθήσεις της, θα είναι υπερήφανη που ζει σε μια χώρα όπου η κυβέρνηση και τα ΜΜΕ έχουν επικεντρωθεί τις τελευταίες εβδομάδες στο να περάσουν ένα νόμο λογοκρισίας, τον λεγόμενο “αντιρατσιστικό”.

Τι σηματοδοτεί η αυτοκτονία ενός εθνικιστή


του Δημήτρη Παπαγεωργίου

Ένας γνωστός εθνικιστής – ευρωπαϊστής συγγραφέας, ο Dominique Venner αυτοκτόνησε με πυροβόλο όπλο στον καθεδρικό ναό της Notre Dame. Πράξη η οποία οδήγησε στην εκκένωση του καθεδρικού ναού…
Ο Βενέρ ήταν ενάντιος στη μετανάστευση ανθρώπων από χώρες του τρίτου κόσμου προς τη Γαλλία και την Ευρώπη, και ιδίως στη μετανάστευση και την αποδοχή μουσουλμάνων, καθώς και εναντίον της αμερικανοποίησης των ευρωπαϊκών αξιών και - πιο πρόσφατα – της νομιμοποίησης του «γάμου» μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου γάμο στη Γαλλία.
Η πράξη του Venner, δεν μπορεί να τοποθετηθεί στις κλασσικές περιπτώσεις “αυτοκτονίας”, καθώς δεν είχε να κάνει με κάποιο προσωπικό του πρόβλημα, δεν ήταν μια πράξη δειλίας. Περισσότερο μπορεί να γίνει αντιληπτή ως μια πράξη (αυτό)θυσίας για το γενικότερο καλό. Αφαιρώντας την ζωή του, ήλπιζε ότι θα εμπνεύσει νεαρότερους ανθρώπους για να αντιστρέψουν την πορεία της Ευρώπης και να εξασφαλίσουν το πεπρωμένο της. Επρόκειτο για μία κίνηση, διαμαρτυρίας η οποία έγινε αντιληπτή ως τέτοια και από την πρόεδρο του “Εθνικού Μετώπου” της Γαλλίας Μαρίν Λεπέν, η οποία χαρακτήρισε πολιτική πράξη την αυτοκτονία με πιστόλι μέσα στον καθεδρικό ναό της Παναγίας των Παρισίων με σκοπό, όπως είπε, «να ξυπνήσει ο λαός της Γαλλίας». Ενώ και ο γνωστός στους εθνικιστές Bruno Gollnisch από τους στενότερους συνεργάτες του πατέρα της σημείωσε ότι «ήταν μία δραματική πράξη ενάντια στην παρακμή της κοινωνίας».

Το σημείωμά του που βρέθηκε ο αυτόχειρ γράφει: Είμαι υγιής σωματικά και πνευματικά και γεμάτος αγάπη για τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου. Αγαπώ τη ζωή και δεν προσδοκώ τίποτε περισσότερο, εκτός από τη διαιώνιση της φυλής και του πνεύματός μου. Παρ' όλα αυτά, στη δύση της ζωής μου, αντιμετωπίζοντας τεράστιους κινδύνους για την Γαλλική και Ευρωπαϊκή μου πατρίδα, νιώθω την υποχρέωση να δράσω, όσο έχω δυνάμεις. Πιστεύω πως είναι απαραίτητο να θυσιάσω τον εαυτό μου για να διακόψω το λήθαργο που μας πληγώνει. Εγκαταλείπω τη ζωή που μου απομένει, για να θεμελιώσω τη διαμαρτυρία μου. Διάλεξα έναν ιδιαίτερα συμβολικό τόπο, τον Καθεδρικό Νοτρ Νταμ στο Παρίσι, που σέβομαι και θαυμάζω, διότι χτίστηκε από την μεγαλοφυΐα των προγόνων μου, σε τοποθεσία λατρειών αρχαιοτέρων, οι οποίες υπενθυμίζουν την αμνημόνευτη προέλευσή μας.
Ενώ πολλοί άνθρωποι είναι σκλάβοι των ζωών τους, η χειρονομία μου ενσαρκώνει μία ηθική θέλησης. Παραδίδω τον εαυτό μου στο θάνατο, για να ξυπνήσω κοιμισμένες συνειδήσεις. Επαναστατώ ενάντια στη μοίρα. Διαμαρτύρομαι ενάντια στα δηλητήρια της ψυχής και στις επιθυμίες επιδρομέων να καταστρέψουν τις άγκυρες της ταυτότητάς μας, συμπεριλαμβανομένης της οικογένειας, της πιο οικείας βάσης του αιώνιου πολιτισμού μας. Ενώ υπερασπίζομαι την ταυτότητα όλων των λαών, στον τόπο τους, επαναστατώ ενάντια στο έγκλημα της αντικατάστασης του λαού μας.
Ο κυρίαρχος λόγος δεν μπορεί να ξεπεράσει τις δηλητηριώδεις ασάφειές του και οι Ευρωπαίοι πρέπει να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες. Χωρίς μία ταυτοτική θρησκεία για να προσορμίσουμε, μοιραζόμαστε μία κοινή μνήμη που φτάνει μέχρι τον Όμηρο, ως αποθήκη όλων των αξιών στις οποίες θα θεμελιωθεί η μελλοντική μας αναγέννηση, μόλις ξεπεράσουμε τη μεταφυσική της ασυδοσίας, την πηγή όλων των σύγχρονων υπερβολών.
Ζητώ συγγνώμη εκ των προτέρων από όσους υποφέρουν από τον θάνατό μου, πρώτα και κύρια από τη γυναίκα μου, τα παιδιά μου και τα εγγόνια μου, όπως και από τους φίλους μου. Μόλις όμως ξεθωριάσουν το σοκ κι ο πόνος, δεν έχω καμία αμφιβολία ότι θα κατανοήσουν το νόημα της χειρονομίας μου και θα ξεπεράσουν τη λύπη τους με περηφάνια. Ελπίζω ότι θα αντέξουν μαζί. Θα βρουν νύξεις και εξηγήσεις για τις πράξεις μου στα πρόσφατα κείμενά μου.
Βραβευμένος από την Γαλλική Ακαδημία και πολυγραφότατος
 Ο Dominique Venner ήταν ένας βραβευμένος Γάλλος ιστορικός, δημοσιογράφος και δοκιμιογράφος. Ο Venner ήταν πρώην αγωνιστής της ακροδεξιάς και εθνικιστικών οργανώσεων ενώ αργότερα μετατράπηκε σε ευρωπαϊστή πριν αποσυρθεί από την πολιτική για να επικεντρωθεί σε μια καριέρα ως ιστορικός. Η εξειδίκευση του ήταν στην στρατιωτική και πολιτική ιστορία. Κατά την στιγμή του θανάτου του, ήταν ο συντάκτης του La Nouvelle Revue d'Histoire, ενός διμηνιαίου ιστορικού περιοδικού.
Γιος αρχιτέκτονα ο οποίος ήταν μέλος του Parti Doriot του Populaire francais (PPF), ο νεαρός Venner πήγε ως εθελοντής στον πόλεμο της Αλγερίας, και υπηρέτησε μέχρι τον Οκτώβριο του 1956. Μετά την επιστροφή του στη Γαλλία εντάχθη στην κίνηση Jeune Nation. Μετά τη βίαιη καταστολή της Ουγγρικής Επανάστασης του 1956 συμμετείχε στον εμπρησμό του γραφείου του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος στις 7 Νοεμβρίου 1956. Μαζί με τον Pierre Sidos βοήθησε να ξεκινήσει η βραχύβια κίνηση του Parti Nationaliste (Εθνικιστικό Κόμμα) και συμμετείχε στο  (Λαϊκό Κίνημα της 13ης Μαΐου). Φυλακίστηκε για 18 μήνες στη φυλακή La Sant ως πολιτικός κρατούμενος και απελευθερώθηκε το 1962.
Μετά την απελευθέρωσή του από τη φυλακή, το φθινόπωρο του 1962, ο Venner έγραψε ένα μανιφέστο: Προς μια θετική κριτική, το οποίο έγινε ένα θεμελιώδες κείμενο για ένα ολόκληρο τμήμα της ακροδεξιάς. Στο μανιφέστο, Venner εξερευνούσε τους λόγοι για την αποτυχία του πραξικοπήματος του Απριλίου του 1961 και το χάσμα που υπήρχε μεταξύ των «υπηκόων» («Nationaux") και "εθνικιστών "(nationalistes) και καλούσε για τη δημιουργία ενός ενιαίου επαναστατικού και εθνικιστικού οργανωτικού σχήματος, το οποίο θα ήταν «μονολιθικό και ιεραρχικό» και θα αποτελούταν από νέους πειθαρχημένους. Το έργο του το αφιέρωσε στους "εθνικιστές αντάρτες οι οποίοι θα είναι έτοιμοι για μάχη".
Τον Ιανουάριο του 1963, δημιούργησε (με τον Alain de Benoist) την κίνηση και το περιοδικό «Ευρώπη-Δράση».
Όσον αφορά την ιστορική του συγγραφή, ο Venner ήταν ειδικός όπλα και το κυνήγι και έχει γράψει αρκετά βιβλία για τα θέματα αυτά. Κυριότερα ιστορικά έργα του είναι: Baltikum (1974), Le Soleil des vaincus Blanc (Ο λευκός ήλιος των ηττημένων, μεταφρασμένο στα ελληνικά) (1975), Le Κερ Rebelle (Η επαναστατική καρδιά) (1994), Gettysburg (1995), Les Blancs et les Rouges (Τα λευκά και τα κόκκινα) (1997), (Ιστορία της Συνεργασίας) (2000) και Histoire du terrorisme (Ιστορία της τρομοκρατίας) (2002). Το έργο του Histoire de l'Armee rouge (Ιστορία του Κόκκινου Στρατού), κέρδισε το αναγνωρισμένου κύρους Prix d'histoire broquette-Gonin bραβευμένο από την Γαλλική Ακαδημία το 1981.
Το 1995, και με τη βοήθεια του φίλου του Francois de Grossouvre, ο Venner δημοσίευσε το "κριτική ιστορία της Αντίστασης", έργο στο οποίο υπογράμμισε την ισχυρή επιρροή και την παρουσία των Γάλλων εθνικιστών στην Αντίσταση. Πιο πρόσφατα, ο Venner έγραψε το "Ιστορία και Παράδοση των Ευρωπαίων" (2002), στην οποία ο Venner μιλούσε γι' αυτό που πίστευε ότι είναι η κοινή βάση του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Παρακάτω ακολουθεί η μετάφραση της τελευταίας αναρτήσεως στο προσωπικό του ιστολόγιο, το οποίο πλέον είναι εκτός λειτουργίας, και η οποία πιθανώς και εξηγεί το κίνητρο της πράξεώς του.
Οι διαδηλωτές της 26ης Μαϊου θα κραυγάσουν εξαιτίας της ανυπομονησίας τους και της οργής τους. Ένας κακόφημος νόμος, αφού ψηφισθεί, μπορεί πάντοτε να καταργηθεί.
Μόλις άκουσα έναν Αλγερινό μπλόγκερ: «Εν πάσει περιπτώσει» είπε «σε 15 χρόνια οι Ισλαμιστές θα είναι στην εξουσία στην Γαλλία και θα αποσύρουν αυτόν τον νόμο». Όχι για να μας ευχαριστήσουν, υποψιαζόμαστε, αλλά διότι είναι αντίθετος προς την Σαρία (Ισλαμικός νόμος). Αυτό είναι το μόνο επιφανειακώς κοινό σημείο ανάμεσα στη Ευρωπαϊκή Παράδοση (που σέβεται τις γυναίκες) και στο Ισλάμ (που δεν τις σέβεται). Όμως η τολμηρή δήλωση του Αλγερινού είναι ανατριχιαστική.
Αυτές οι συνέπειες θα είναι πολύ μεγαλύτερες και περισσότερο καταστροφικές από τον απεχθή νόμο Taubira. Θα πρέπει να είναι ξεκάθαρο πως η Γαλλία είναι πολύ πιθανόν να πέσει στα χέρια των Ισλαμιστών. Για 40 χρόνια πολιτικοί και κυβερνήσεις όλων των κομμάτων (εκτός του Εθνικού Μετώπου) καθώς και εργοδότες και η Εκκλησία επιτάχυναν ενεργώς την Αφρο-Μαγκρεμπική μετανάστευση με κάθε μέσο. Εδώ και πολύ καιρό, μεγάλοι συγγραφείς έχουν κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου, αρχίζοντας με τον Jean Raspail στο προφητικό του Le Camps de Saints, η νέα έκδοση του οποίου γνωρίζει πωλήσεις ρεκόρ.
Οι διαδηλωτές της 26ης Μαϊου δεν μπορούν να αγνοήσουν αυτήν την πραγματικότητα. Ο αγώνας τους δεν μπορεί να περιορισθεί στην απόρριψη του γάμου ομοφυλοφίλων. Η «μεγάλη αντικατάσταση» του πληθυσμού της Γαλλίας και της Ευρώπης, που απεκηρύχθη από τον συγγραφέα Renaud Camus, είναι πολύ πιο καταστροφικός κίνδυνος για το μέλλον. Δεν είναι αρκετό να οργανώνεις ευγενικές διαμαρτυρίες στον δρόμο για να το αποτρέψεις. Είναι μία αληθινή « διανοητική και ηθική μεταρρύθμιση» όπως είπε ο Renan, και πρέπει να διεξαχθεί ως τέτοια εξ αρχής.
Πρέπει να καταστήσει δυνατή την ανάκτηση της Γαλλικής και Ευρωπαϊκής αναμνήσεως της ταυτότητός μας, η ανάγκη της οποίας δεν είναι ακόμη ευκρινώς αντιληπτή. Θα απαιτήσει μετά βεβαιότητος νέες, θεαματικές και συμβολικές χειρονομίες για να ταράξουν την υπνηλία μας, να ταρακουνήσουν την αναισθητοποιημένη συνείδηση και να ξυπνήσουν την μνήμη των απαρχών μας. Εισερχόμασθε σε μία περίοδο όπου τα λόγια θα πρέπει να πιστοποιούνται από πράξεις. Θα πρέπει επίσης να ενθυμούμασθε, όπως εξεφράσθη λαμπρώς εκ του Heidegger στο «Χρόνος και Είναι», ότι η ουσία του ανθρώπου έγκειται στην ύπαρξή του και όχι σε κάποιον «άλλο κόσμο».
Είναι εδώ και τώρα που το πεπρωμένο μας διακυβεύεται ως το τελευταίο λεπτό. Και αυτό το τελευταίο δευτερόλεπτο είναι εξίσου σημαντικό με την υπόλοιπη διάρκεια της ζωής. Για αυτό πρέπει να είστε ο εαυτός σας μέχρι την τελευταία στιγμή. Είναι αποφασίζοντας, αληθώς επιθυμώντας το πεπρωμένο του, που κάποιος κατακτά την ανυπαρξία. Και δεν υπάρχει διαφυγή από αυτήν την απαίτηση, γιατί έχουμε μόνο αυτήν την ζωή, όπου είναι καθήκον μας να είμαστε οι εαυτοί μας ή να είμαστε ένα τίποτα.

από την Ελεύθερη Ώρα

Δευτέρα 20 Μαΐου 2013

Η ΝΔ σε αναζήτηση ιδεολογικής ταυτότητας



του Κωνσταντίνου Χ. Τριανταφυλλίδη
Οικονομολόγου-υποψ. Δρ ΔΠΘ




Η τελευταία τριετία σίγουρα θα αποδειχθεί από τις πιο μεστές πολιτικές περιόδους της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας. Η κατάρρευση του μεταπολιτευτικού συστήματος γέννησε μια νέα πολιτική πραγματικότητα. Δεν είμαι σίγουρος αν αυτή είναι καλύτερη. Η βιαιότητα της αλλαγής έφερε στην επιφάνεια πολιτικά στοιχεία τα οποία δεν ταιριάζουν σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή κοινωνία. Έφερε όμως και ευκαιρίες!
Η Νέα Δημοκρατία εμφανίζεται σήμερα ως ο βασικός πόλος της ευρωπαϊκής πορείας και του οικονομικού εκσυγχρονισμού της χώρας, εν μέρει από ανάγκη, εν μέρει από επιλογή. Η πρόκληση, βεβαίως, είναι τεράστια: να χτίσεις πάνω σε συντρίμμια! Πάνω σε μια οικονομία κατεστραμμένη, με τους πολίτες εξουθενωμένους.
Αν δεν συμβεί κάτι απρόβλεπτο η ελληνική οικονομία σε λίγους μήνες μηδενίζει το κοντέρ. Τελειώνει μια μακρά περίοδος βαθιάς ύφεσης και ξεκινάει ένας νέος κύκλος ανάπτυξης, την ένταση και τη διάρκεια του οποίου, βεβαίως, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε.
Είναι πάντως ενθαρρυντικό πως για πρώτη φορά υπάρχει στη χώρα σαφής κατεύθυνση. Το πολιτικό σύστημα δείχνει να έχει κατανοήσει ότι η εποχή των ελλειμμάτων έχει παρέλθει. Ότι ανάπτυξη και θέσεις εργασίας φέρνουν οι επενδύσεις και οι ιδιωτικοποιήσεις. Ότι, δηλαδή, η ελπίδα είναι στην πλήρη εφαρμογή των ιδεών του Οικονομικού Φιλελευθερισμού τις οποίες, θεωρητικώς, πάντα πρέσβευε η Νέα Δημοκρατία.
Αυτά σε επίπεδο Οικονομίας. Σε επίπεδο Κοινωνίας, ας είμαστε λίγο πιο συντηρητικοί. Η νέα ελληνική κοινωνία ποτέ δεν ήταν από τους θιασώτες των πολύ προωθημένων ιδεών. Πόσο μάλλον όταν η χώρα βιώνει εσωτερικά προβλήματα, όπως η παράνομη μετανάστευση, και εξωτερικούς κινδύνους, όπως η αμφισβήτηση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων. Είναι εύλογη επομένως η προσκόλληση σε παραδοσιακές αξίες και ιδέες ως μέσο άμυνας έναντι των κινδύνων αυτών.
Συνεπώς, ο Φιλελευθερισμός, στο πεδίο της οικονομίας και ο Συντηρητισμός στο επίπεδο της κοινωνίας είναι το ιδεολογικό μείγμα που απαντάει με τον βέλτιστο τρόπο στην τρέχουσα πολιτική και οικονομική συγκυρία. Άλλωστε, δεν υπάρχει και εναλλακτική. Ο μεν πρώτος επιβάλλεται, ορθώς, από τους δανειστές μας, τον δε δεύτερο επιβάλλουν τα οξυμένα προβλήματα των αστικών κέντρων και η άνοδος της Χρυσής Αυγής.
Οι σημερινές πολιτικές ηγεσίες, βέβαια, δεν προέρχονται από παρθενογένεση! Βαρύνονται με τα αμαρτήματα μιας μακράς, οικονομικά ανεύθυνης περιόδου. Έχουν όμως την ευκαιρία να αποτάξουν το παρελθόν και με όχημα την ιδεολογική αποσαφήνιση να αποσπάσουν τη λαϊκή συναίνεση για την άμεση εφαρμογή των αναγκαίων πολιτικών. Το επικείμενο Συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας ίσως είναι μια αρχή.
από το rodopinews.gr

Γιατί δεν διατυπώθηκε ποτέ ένας ελληνικός συντηρητισμός;



του Σωτήρη Μητραλέξη



Με την αφορμή του άρθρου «Φιλελεύθεροι» ή «Συντηρητικοί»; αναπτύχθηκε ένας ενδιαφέρων διάλογος, ο οποίος υπογράμμισε το έλλειμμα διασάφησης των όρων που χρησιμοποιούμε για να συνεννοηθούμε οι ευρισκόμενοι δεξιώτερα του πολιτικού κέντρου. 


Πέρα από την ζωντάνια και γονιμότητα συγκεκριμένων τοποθετήσεων στα σχόλια, η «αύρα της Μεταπολίτευσης» πνέει ακόμα, με την ανιδεολογική προσπάθεια να οριστούν ιδεολογικοί όροι με νόρμες επεξηγήσεων ριζικά άσχετων με ιδεολογικές συντεταγμένες, όπως στην περίπτωση του ομιχλώδους καραμανλικού «ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού», σχετικά με το περιεχόμενου του οποίου σημειώθηκε τέλειο αδιέξοδο. Δεν έχει έρθει ακόμα η ώρα να αναρωτηθούμε τί ακριβώς περιεχόμενο θα μπορούσε να έχει ένας νέος ελληνικός συντηρητισμός: το ερώτημα που πρέπει να τεθεί προ πάσης εργασίας είναι το γιατί δεν διατυπώθηκε ποτέ μέχρι σήμερα αυτός ο νέος ελληνικός συντηρητισμός.

«Διυλίζετε τον κώνωπα και θεωρητικολογείτε για το φύλο των αγγέλων, ενώ τα προβλήματά μας είναι απολύτως πρακτικά», θα μπορούσε να αντιτείνει ο καλοπροαίρετος συνομιλητής. Όμως, τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Είναι εντελώς διαφορετικό το να προκύπτει φυσικά μια πολιτική πρόταση διαχείρισης των «δημοσίων πραγμάτων» από την ιδεολογία, δηλαδή από το κοσμοσύστημα ιδεών, αρχών και αξιών, και εντελώς διαφορετικό το να επαγγέλλεται ένας πολιτικός φορέας «καλύτερη διαχείριση» και «καλύτερες μέρες». Εν πολλοίς είναι η έκλειψη της ιδεολογίας είναι που κάνει την πολιτική να εκπίπτει σε προϊόν και την ουσία να υποκαθίσταται από την επικοινωνία. Η έκλειψη της ιδεολογίας είναι ταυτόχρονα και ένα από τα εργαλεία της κομματοκρατίας για να επιβάλλεται, να αναπαράγεται και να μακροημερεύει: το συγκεκριμένο όραμα και πρόταγμα απειλεί την διατήρηση και την συνοχή της κομματοκρατίας, πυλώνας της οποίας είναι ότι «εμείς» είμαστε καλύτεροι διαχειριστές από τους «άλλους», μετατρέποντας έτσι την πολιτική αρένα σε ανταγωνισμό «δημοκρατικών» φέουδων, όχι διαφορετικών στοχεύσεων, οραμάτων, προταγμάτων. Τα περισσότερα στελέχη της σημερινής κομματοκρατίας θα βρίσκονταν σε ιδιαιτέρως δύσκολη θέση αν εκαλούντο να διατυπώσουν συγκεκριμένα, πειστικά και με ιδεολογικούς όρους το πρόταγμα του φορέα τους για την κοινωνία: είναι απλώς διαχειριστές ή υπάλληλοι συστημάτων. Η διαχειριστική πολιτική μπορεί να υποσχεθεί μόνο ευημερία – ασχέτως με το αν μπορεί και να την εγγυηθεί. Η πραγματική πολιτική όμως δεν μπορεί παρά να εμφορείται από όραμα – το οποίο δεν μπορεί παρά να είναι συγκεκριμένο, μια συγκεκριμένη προτεινόμενη κατεύθυνση για την κοινωνία διαφορετική από τις άλλες, όχι ευχολόγια ή γενικολογίες. Η αναζήτηση της συγκεκριμένης ιδεολογίας λοιπόν καμακώνει την κομματοκρατία με το καμάκι του ήλιου, διότι διαχωρίζει την ήρα από το σιτάρι: αυτούς που θέλουν και μπορούν από τα καχεκτικά εκβλαστήματα της κομματοκρατίας…

Πίσω στο ερώτημα γιατί δεν διατυπώθηκε ποτέ ένας ελληνικός συντηρητισμός: στην Ελλάδα, και δη δεξιώτερα του κέντρου, παρατηρείται αενάως μια ιδιότυπη φοβία για την δόμηση γηγενούς πολιτικού προτάγματος. Πολλοί από εμάς ίσως να εντοπίζουν τον ιδεολογικό αυτευνουχισμό της Δεξιάς αποκλειστικά στην περίοδο της Μεταπολίτευσης, δεν είναι όμως έτσι: ήδη τα ιδρυτικά μας κόμματα, το «Γαλλικόν», το «Αγγλικόν» και το «Ρωσσικόν», εγκεντρίζουν την ελληνική πολιτική σκηνή στο βασίλειο του μεταπρατισμού, της μίμησης ξένων προτύπων, «μουρμουρίζοντας σπασμένες σκέψεις από ξένες γλώσσες», όπως κανοναρχεί θεοείκελος ο Σεφέρης. Στο παρόν σημείωμα θα προσπαθήσουμε να δούμε τις αιτίες πριν και πέρα από την Μεταπολίτευση.

Υφίστανται λοιπόν τρείς εγγενείς παραταξιακές δυσπλασίες, περίπου ανέκαθεν υπάρχουσες:

(α) Στην ελληνική Δεξιά παρατηρείται ένα μόνιμο πνευματικό χάσμα λαού (παραταξιακής «βάσης») και πολιτικής κεφαλής, πολιτικού «λαού και Κολωνακίου». Η «βάση» είναι παραδοσιοκεντρική (όχι ακριβώς traditionalist conservative), η κεφαλή μεταπρατική. Η «βάση» είναι συντηρητική, η «κεφαλή» ακκίζεται να αυτοπροσδιορίζεται φιλελεύθερη. Αδύνατον να προκύψει ιθαγενής πολιτική σκέψη… Αυτό το φαινόμενο δεν παρατηρείται μόνο στα πολιτικώς δεξιώτερα του κέντρου, αλλά σε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία. Σημειώνει διαυγώς ο Οδυσσέας Ελύτης: «Από τι πάσχουμε κυρίως; Θα σας το πω αμέσως: από μία μόνιμο, πλήρη και κακοήθη ασυμφωνία μεταξύ του πνεύματος της εκάστοτε ηγεσίας μας και του «ήθους» που χαρακτηρίζει τον βαθύτερο ψυχικό πολιτισμό του ελληνικού λαού στο σύνολό του! (…) Εχουμε την τάση να παρουσιαζόμαστε διαρκώς διαφορετικοί απ’ ό,τι πραγματικά είμαστε. Και δεν υπάρχει ασφαλέστερος δρόμος προς την αποτυχία, είτε σαν άτομο σταδιοδρομείς είτε σαν σύνολο, από την έλλειψη της γνησιότητας. Το κακό πάει πολύ μακριά. Όλα τα διοικητικά μας συστήματα, οι κοινωνικοί μας θεσμοί, τα εκπαιδευτικά μας προγράμματα, αρχής γενομένης από τους Βαυαρούς, πάρθηκαν με προχειρότατο τρόπο από έξω, και κόπηκαν και ράφτηκαν όπως όπως επάνω σ’ ένα σώμα με άλλες διαστάσεις και άλλους όρους αναπνοής» («Ελευθερία», 15 Ιουνίου 1958).

(β) Ο μεταπρατισμός αυτός έχει πολύ συγκεκριμένα αποτελέσματα στο πεδίο της ιδεολογίας: επιχειρείται να φορεθούν σαν καπέλο στους ενθάδε τάλαινες υπηκόους ιδεολογήματα άσχετα με τον τόπο, την παράδοσή του, την ψυχοσύνθεση του λαού του, τους ιστορικούς του εθισμούς. Με αποτέλεσμα άλλοτε την ηχηρή παραφωνία και άλλοτε, απλώς, την αποτυχία. Και για να μην νομίζουν κάποιοι ότι μιλώ πάλι για τον φιλελευθερισμό: δεν θα υπήρχε μεγαλύτερο καλαμπούρι από το ενδεχόμενο εγχείρημα μετεμφύτευσης της γερμανικής Χριστιανοδημοκρατίας στο ελληνικό έδαφος ως «φυσιολογικής» ιδεολογίας του ελληνικού συντηρητισμού! Αυτό κι αν είναι ένα ξένο ιδεολόγημα: η «Χριστιανοδημοκρατία» προκύπτει από ρωμαιοκαθολικές και προτεσταντικές αντιλήψεις περί κοινωνίας, ανθρώπου, κράτους, ηθικής και θεσμών, και σε κάθε πτυχή της η αντίστοιχη αντίληψη που εκκρίνεται φυσικώ τω τρόπω από τον ορθόδοξο χριστιανισμό είναι η… αντίθετη! Η επιβολή ενός τέτοιου ξένου σώματος στην Ελλάδα ως «δεξιάς ιδεολογίας» θα ήταν πραγματικά χριστιανοπολιτικός παρενδυτισμός. Ο συντηρητισμός της Μάργκαρετ Θάτσερ συνίστατο εν πολλοίς στην επιρροή της από τις βικτωριανές αξίες. Ένας ελληνικός συντηρητισμός δεν θα συνίστατο φυσικά στην… εγκαθίδρυση βικτωριανών βρεττανικών αξιών! Κι όμως, η ετοιqμότητα της εκάστοτε ελλαδικής Δεξιάς για μεταπρατική μετεμφύτευση αποδεικνύεται πάντοτε ανεξάντλητη. Και λοιπά, και λοιπά, περίπου για κάθε εισαγόμενη μεταχειρισμένη ιδεολογία.

(γ) Ίσως η πιο καίρια εγγενής παραταξιακή δυσπλασία είναι η ακόλουθη: στο εξωτερικό, στις κοινωνίες όπου δομήθηκε ο διαχωρισμός σε «Δεξιά» και «Αριστερά» όπως τον ξέρουμε σήμερα αλλά και στην Αμερική, η Αριστερά είναι ταυτισμένη με την προάσπιση της συλλογικότητας, της κοινωνίας, κάτι που οι δεξιοί θεωρούν κολλεκτιβισμό, ενώ η Δεξιά με την προάσπιση της ελευθερίας και των συμφερόντων του ατόμου, της ελευθερίας κινήσεών του. Το κέντρο βάρους της Αριστεράς είναι στο Σύνολο και της Δεξιάς στο Άτομο. Στην Ελλάδα όμως συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο! Η Δεξιά υπερασπίζεται την «παραδοσιακή» συλλογικότητα ως κοινωνία, ως έθνος με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά – μιλάει για οικογένεια, θεσμούς συνοχής, συλλογική παράδοση αιώνων, αυτά προσπαθεί να συντηρήσει. Ενώ η Αριστερά είναι που εισάγει ιδεολογικά τον ατομικισμό ως πολιτική πρόταση, με το βάρος στα «δικαιώματα του ατόμου» και στις επιλογές αυτοπροσδιορισμού του, στο άθροισμα ατόμων ως συντεχνίας που διεκδικεί δικαιώματα κλπ. (εδώ εκτίθενται εκ των πραγμάτων πολύ σχηματικά και περιληπτικά όλα αυτά, σε βαθμό αφέλειας). Στην Ελλάδα, κυρίως η Δεξιά προτάσσει το Σύνολο και την αξία του και κυρίως η Αριστερά τα δικαιώματα του Ατόμου και την αξία τους… Η Αριστερά εισάγει τον ατομικιστικό μηδενισμό των πάντων, που συλλογικά μεταφράζεται σε εθνομηδενισμό – και η παραταξιακή βάση της Δεξιάς προβάλλει αντίσταση (κι ας υπερασπίζεται ως υπουργός η κα. Γιαννάκου τον ρεπούσιο εισοδισμό στα σχολεία παντί τρόπω). Αυτό όμως δεν σημαίνει πως η Δεξιά καθίσταται κολλεκτιβιστική! Εδώ θα ήταν ιδιαιτέρως διαφωτιστικά τα δοκίμια κοινωνικής οντολογίας του Θεόδωρου Ζιάκα, στα οποία αναλύεται εξαντλητικά το γιατί ο ελληνικός προσωποκεντρισμός είναι πέρα και από τον κολλεκτιβισμό και από την ατομοκρατία. Φυσικά εμείς οι Έλληνες δεν είμαστε ένα «προστατευόμενο είδος», με όλα τα πρόσημα αλλαγμένα. Διασώζουμε όμως καίρια στοιχεία διαφοράς, διότι ερχόμαστε, ιστορικοκοινωνικά, «από αλλού» σε σύγκριση π.χ. με τον γαλλικό, τον αγγλικό ή τον γερμανικό λαό, στοιχεία που έχουν συγκεκριμένα αποτελέσματα και συνέπειες στο κοινωνικό και πολιτικό πεδίο. Ε, αυτό η Δεξιά δεν λέει να το καταλάβει, «μουρμουρίζοντας σπασμένες σκέψεις από ξένες γλώσσες» ότι η Δεξιά προασπίζει το άτομο και η Αριστερά το σύνολο…. Προσπαθούν να «τρέξουν» τον ελληνικό λαό με λάθος… manual – με το «βιβλίο οδηγιών» άλλων λαών, ιστοριών, κοινωνιών!

Αυτό δεν σημαίνει, όπως ξαναείπαμε, κολλεκτιβισμό! Ούτε και «μεγάλο κράτος» (έχουμε άλλωστε ήδη διατυπώσει νύξεις σχετικά με το ενδεχόμενο ενός «φιλελεύθερου κοινοτισμού»). Ένας υποθετικός Έλληνας συντηρητικός δεν θα «συντηρούσε» την κατάσταση του άρρωστου κρατισμού, θα την άλλαζε τελείως, σμικραίνοντας ριζικά το κράτος: όχι όμως λόγω κάποιου θέσφατου για το «ελάχιστο κράτος» ή το μεγαλείο των ατόμων, αλλά επειδή οι συντηρητικές αξίες του θα ήταν ασυμβίβαστες με την αναξιοκρατία, την αναξιοπρέπεια, την αργομισθία και την αναποτελεσματικότητα του νεοελλαδικού κρατισμού και της σήψης του…

Ο συντηρητισμός δεν προτάσσει την «συντήρηση μιας κατάστασης», αλλά την διατήρηση κάποιων αξιών και την γονιμότητά τους για ριζικές αλλαγές. Όπως σημειώνει ο Βρεττανός Συντηρητικός Phillip Blond, «τι πρέπει να συντηρήσουν οι Συντηρητικοί: την οικογένεια, τις κοινωνικές σχέσεις, τους θεσμούς και τις παραδόσεις. Αν δεν το κάνουμε θα δημιουργήσουμε ανήθικα, απομονωμένα άτομα που επιδιώκουν τις πιο επιζήμιες μορφές κέρδους». Το ζητούμενο δεν είναι η επιστροφή σε κάποια παλιά εμφυλιακή «Δεξιά», αλλά η εφεύρεση μιας παράταξης που σήμερα εκπροσωπείται χωρίς να υφίσταται – ή, για την ακρίβεια, υφίσταται χωρίς να εκπροσωπείται… Συντηρητισμός για να αλλάξουν όλα, λοιπόν!

Όσο δε για την έννοια της «προόδου», όπως ορθοτόμησε φίλος σχολιαστής, «ο συντηρητικός δεν επιθυμεί την κατάργηση της συλλογικότητας, του συναισθήματος του συνανήκειν, την απάλειψη της ιστορικής μνήμης, της παράδοσης και των υγιών παραδοσιακών αξιών στο όνομα μιας ντετερμινιστικά θεωρούμενης αέναης «προόδου», την αντικατάσταση του πατριωτισμού με τον «φορολογικό» ή «πολιτικό» «πατριωτισμό», τη δικτατορία της πολιτικής ορθότητας (τον «κομμουνισμό του 21ου αιώνα»). Δεν πιστεύει πως η πορεία του ανθρώπου στη γη είναι a priori μια διαρκής πρόοδος ή μια διαρκής μάχη μεταξύ προόδου και συντήρησης, όπου τελικά πάντοτε νικά η πρόοδος». Ακριβώς!

Το ενδεχόμενο διατύπωσης ενός νέου ελληνικού συντηρητισμού θα χρειαζόταν πολλή, πολλή δουλειά. Τί χρειάζεται για να διατυπωθεί το πρόταγμα σε αξιακό και ιδεολογικό επίπεδο; Πρώτα απ’ όλα, διάβασμα, διάβασμα, διάβασμα – Μακρυγιάννη, τα πεζά του Ελύτη, τα πεζά του Σεφέρη, Ίωνα Δραγούμη, Θουκυδίδη, Παπαδιαμάντη, και άλλα πολλά. Αυτά τα «λογοτεχνήματα» δομούν πολιτική πρόταση – για όποιον έχει μάτια να κοιτάξει. (Φυσικά, αυτό δεν μπορούν να το κάνουν τα στελέχη του κομματικού σωλήνα – εξ ορισμού…)

Οι ανακατατάξεις της κρίσης είναι εξ ορισμού γόνιμες για τέτοιες διεργασίες. Είναι σαφές: ή τώρα ή ποτέ! Σε αυτά εδώ τα χρόνια που διανύουμε θα κριθεί το αν η ελληνική Δεξιά θα συνεχίζει να μουρμουρίζει «σπασμένες σκέψεις από ξένες γλώσσες» για όλο το επόμενο πολιτικό τέρμινο, ή αν θα καταφέρει να συλλαβίσει την αλήθεια της και να γεννήσει ένα ελληνικό πολιτικό πρόταγμα…

από το Μπλε Μήλο

Κυριακή 19 Μαΐου 2013

«Φιλελεύθεροι» ή «Συντηρητικοί»;



του Σωτήρη Μητραλέξη



Δεν είναι καθόλου αυτονόητο ή δεδομένο: στην Ελλάδα ζουν και βασιλεύουν οι διαφωνίες για το αν η ευρύτερη παράταξη δεξιότερα του κέντρου (πέρα από τα συγκεκριμένα κόμματα-υποστάσεις της) είναι κυρίως και πρωτίστως «συντηρητική», με στοιχεία οικονομικού και κοινωνικού φιλελευθερισμού, ή πρωτίστως «φιλελεύθερη», διανθισμένη απλώς με κάποια στοιχεία συντηρητισμού… 

Η (Κεντρο)Δεξιά στην Ελλάδα μοιάζει να έχει καταλήξει στον αυτοπροσδιορισμό της: θεωρεί τον εαυτό της κυρίως και πρωτίστως «φιλελεύθερο». Από τον ιδρυτικό της «ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό» του Κωνσταντίνου Καραμανλή, βασικό στοιχείο της γοητείας του οποίου είναι το γεγονός ότι κανείς δεν μπορεί να εξηγήσει ποιό είναι ακριβώς το περιεχόμενό του, μέχρι τον σημερινό «κοινωνικό φιλελευθερισμό» και τον γενικότερο «φιλελευθερισμό» που επικαλούνται τα στελέχη και οι νεολαίοι της ΝΔ όταν καλούνται να μιλήσουν για ιδεολογία – συνήθως, χωρίς μεγάλη επιτυχία.

Ο Συντηρητισμός «μύριζε» πάντοτε στην Νέα Δημοκρατία, ως θεωρούμενος πως προάγει την στασιμότητα ή ως μη δημοφιλής, κι ας αυτοπροσδιορίζεται το 57% των Ελλήνων πολιτών ως «συντηρητικοί» σε δημοσκόπηση της Public Issue τον Νοέμβριο του 2009, πριν δηλαδή από την κρίση που «έστρεψε προς τα Δεξιά» την πολιτική μας γεωγραφία. Ο Συντηρητισμός θεωρείτο «στασιμότητα», δεν αναγνωριζόταν σε αυτόν η πολιτική ιδεολογία της πρόταξης και της ιεράρχησης αξιών όπως η παράδοση, η εργατικότητα, το καθήκον, το ήθος, το φιλότιμο, ο σεβασμός στους νόμους, η αγάπη για την αξιοπρέπεια και την ευταξία, η παραδεδομένη πείρα αιώνων, τα οξυμένα αντανακλαστικά φιλοπατρίας.
Η αντικατάσταση του συντηρητισμού με τον φιλελευθερισμό προβάλλετο ως «προοδευτική», ως εξωστρεφής, ως τρέντυ: ειδικά από τότε που άρχισε την προεδρία του ο Μέγας Σώγαμπρος της ελληνικής Δεξιάς, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, η ΝΔ άρχισε να αυτοαποκαλείται «η μεγάλη φιλελεύθερη παράταξη», σε αντιπαραβολή με το νοσηρά αυτάρεσκο «η μεγάλη δημοκρατική παράταξη» του ΠΑΣΟΚ. (Μαΐστωρ της διαστροφής των εννοιών, ο ιδρυτής και πρόεδρος του «Κόμματος Νεοφιλελευθέρων» (1977) δήλωσε προχθές απο διαδικτύου ότι «δεν υπάρχει η έννοια του νεοφιλελευθερισμού, ούτε στην θεωρία ούτε στην πράξη»).
Κανείς δεν ζήτησε έναν «αμιγή» συντηρητισμό, με εξορισμένο τον φιλελευθερισμό. Όμως, αν δεν μπλέξουμε με την πραγματικά μη συγκρίσιμη αμερικανική πολιτική γεωγραφία, ο ενθάδε αυτοπροσδιορισμός της (κεντρο)Δεξιάς ως πρωτίστως «φιλελεύθερης», όχι συντηρητικής,αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία – επιπολαιότητας και φοβικότητας…
Παντού στην Ευρώπη, το μεγάλο κεντροδεξιό κόμμα αυτοπροσδιορίζεται πρωτίστως ως συντηρητικό ή χριστιανοδημοκρατικό αλλά και με φιλελεύθερα στοιχεία/ανταύγειες, με ένα μικρό, αμιγώς φιλελεύθερο κομματίδιο να περιστρέφεται ως δορυφόρος γύρω του, επικουρικά. Μάλιστα, η δημοφιλία του φιλελεύθερου κομματιδίου είναι τέτοια, που συνήθως λαχταρούμε για το αν θα μπει στην επόμενη Βουλή – στην Ελλάδα σπανιώτατα ξεπέρασε το 1%…
-Στην Βρεττανία, η μεγάλη κεντροδεξιά αυτοαποκαλείται με σαφήνεια Conservative Party. Συγκυβερνά με το πολύ μικρότερο κόμμα των Liberal Democrats
-Στην Γερμανία, η κεντροδεξιά ταυτίζεται με την χριστιανοδημοκρατία. Το μεγάλο CDU (Christlich Demokratische Union) συγκυβερνά σήμερα με το μικρό και αλαζονικό FDP (Freie Demokratische Partei – Die Liberalen), το οποίο δεν προβλέπεται να επιβιώσει στην επόμενη Βουλή…
Μην κουράσουμε: και λοιπά, και λοιπά. Ας κοιτάξει κανείς στην στην Ιταλία, στη Γαλλία… Πουθενά δεν είχε το κατ’ εξοχήν κεντροδεξιό κόμμα την φαεινή ιδέα να θεωρήσει τον εαυτό της ως κυρίως φιλελεύθερο και όχι ως κυρίως συντηρητικό! Αρνούμενο, έτσι, την ψυχή της «βάσης» της και την ιδιοπροσωπία της παράταξης που αξιώνει να εκπροσωπήσει…
Το ζήτημα της αντιδιαστολής συντηρητισμού και φιλελευθερισμού χωράει πολλή συζήτηση και ανάλυση, εδώ απλώς θίγουμε το θέμα. Σημειώνουμε πάντως ότι ο συντηρητισμός με τον φιλελευθερισμό ενίοτε συγκρούονται, δεν συμπορεύονται πάντοτε αρμονικά: σε επίπεδο θεμελίων, το κέντρο της αναφοράς του φιλελευθερισμού είναι το φυσικό άτομο, τα δικαιώματά του και οι ελευθερίες του, ενώ του συντηρητισμού η συλλογικότητα που συνοψίζεται με την λέξη «πατρίδα» – συλλογικότητα ευρύτερη από το απλό άθροισμα των «πολιτών». Αλλά και στο πολιτικό «δια ταύτα», οι αμιγείς συντηρητικοί και οι πραγματικοί φιλελεύθεροι βρίσκονται στα αντίπαλα στρατόπεδα σε ζητήματα όπως η υιοθεσία τέκνου από ζευγάρι ομοφυλοφίλων ή η θέση της εκκλησιαστικής ευσέβειας στον δημόσιο βίο, παραδείγματος χάριν. Ή στο πώς οφείλουμε να αντιμετωπίζουμε το συλλογικό μας παρελθόν και την Ιστορία… Η συνεργασία και η γόνιμη συμπόρευση είναι εφικτή μόνο επί τη βάσει της σαφούς επίγνωσης της ουσιώδους διαφοράς: ότι άλλο πράγμα ο συντηρητισμός και άλλο πράγμα ο φιλελευθερισμός… Το μπαστάρδεμά τους οδηγεί στην αυτο-ακύρωση και των δύο!
Αλλά υφίσταται και ένα άλλο ζήτημα αναφοράς: η Δεξιά είναι η Αριστερά «αντεστραμμένη», ή μια ουσιωδώς διαφορετική πρόταση για τον άνθρωπο, τον κόσμο, την κοινωνία, την ιστορία, την πολιτική; Διότι εξετάζοντας την κεντροδεξιά ως κυρίως και κατ’ εξοχήν «φιλελεύθερη» (είτε εν ενεργεία είτε εν δυνάμει), αποδεχόμαστε τον τρόπο της Αριστεράς για τον διαχωρισμό της πολιτικής γεωγραφίας: την πολιτική σου τοποθέτηση την ορίζει κυρίως και πρωτίστως η στάση σου απέναντι στην οικονομία. Αυτή η αντίληψη «ιστορικού υλισμού» (που ενίοτε καταλήγει… υστερικός υλισμός) βασιλεύει στον συνεπέστατα ιστορικο-υλιστικό, από την ανάποδη, φιλελευθερισμό, ο οποίος δεν αυτο-προτείνεται απλώς ως μια οικονομική μέθοδος ή μια πολιτική πρόταση, αλλά ως μια φιλοσοφική κοσμοθεωρία, που δίνει δικό της περιεχόμενο σε θεμελιώδεις έννοιες όπως η «ελευθερία» κλπ. (Άλλωστε, κατά τον Λούκατς, ο ιστορικός υλισμός είναι ταυτόχρονα και η αυτοσυνειδησία του καπιταλισμού). Ο συντηρητισμός όμως δεν ορίζει την Πολιτική ως απλή συνάρτηση των οικονομικών επιλογών του κράτους ή των «ατόμων», με όλα τα άλλα ως «εποικοδόμημα» – δεν είναι μια «Αριστερά από την ανάποδη». Αντιθέτως! Ειδάλλως καταλήγει απλώς ένα «γαλάζιο ΣΥΡΙΖΑ»… Όπως ακριβώς συμβαίνει με τις απόψεις ουκ ολίγων «φιλελεύθερων κεντροδεξιών» περί εθνικών θεμάτων και θεσμικής-κοινωνικής ελευθεριότητας!
Πολύ πιο ενδιαφέρουσα από την παραπάνω παράθεση κάποιων απόψεων θα ήταν η ζωντανή συζήτηση αυτοπροσδιορισμού που ενδεχομένως θα μπορούσαν αυτές να προκαλέσουν… Χορεύουμε;


από το Μπλε Μήλο

Πέμπτη 16 Μαΐου 2013

Εθισμένοι έως τώρα στο πολιτικό ψέμα...



Του Σταμου Ζουλα / stamoszoulas@gmail.com


Ενθαρρυμένος από τους αναγνώστες που επικρότησαν την πασχαλινή μου φυγή από την πολιτική επικαιρότητα, συνεχίζω και μεθεόρτια την παραπολιτική μου περιπλάνηση. Οπως διαπιστώσαμε όλοι, η φετινή έξοδος ήταν σημαντικά μεγαλύτερη από την περσινή. Οχι γιατί η κατάστασή μας έχει βελτιωθεί. Ισως, μάλιστα, για πολλούς η κρίση να έχει γίνει περισσότερο αισθητή φέτος. Μάλλον, λοιπόν, πρέπει να αποδώσουμε τη μαζικότερη έξοδο σε κάποια αλλαγή της διάθεσής μας. Μακάρι να έχω δίκιο. Δηλαδή, να έχουν αρχίσει να υποχωρούν η οργή και η απόγνωση, δίνοντας τη θέση τους στην εγκαρτέρηση και στην απαρχή μιας θετικής αντίδρασης. Με τις πρώτες αυτές διαπιστώσεις άρχισε, με το φιλικό μας ζευγάρι, η πασχαλινή έξοδος. Στο ύψος της Κορίνθου, ο φίλος αναφώνησε με έκπληξη: «Βρε, κοίτα. Εργάτες και μηχανήματα δουλεύουν. Ελεγε αλήθεια ο Σαμαράς τις προάλλες, που εγκαινίασε την... επανεκκίνηση των μεγάλων έργων». Ο φίλος μου δεν πρόσθεσε και το «παρεμπίπτον» δεδομένο. Οτι ο ΣΥΡΙΖΑ έλεγε ψέματα, προσπαθώντας να μας παραπλανήσει, όταν χαρακτήριζε τα «επανεγκαίνια» απατηλή φιέστα, με φερτούς για την περίπτωση εργάτες και μηχανήματα που θα εξαφανίζονταν την άλλη μέρα.
Με τη λαϊκή μας θυμοσοφία έχουμε αποφανθεί πως «το ψέμα έχει κοντά ποδάρια», πως «ο ψεύτης κι ο κλέφτης τον πρώτο χρόνο χαίρονται» κ.λπ. Τούτο δεν θα ’πρεπε να ισχύει, ιδίως στην πολιτική, αφού έχουμε τη δυνατότητα να την κρίνουμε τουλάχιστον κάθε τέσσερα χρόνια; Αμ δε. Δυστυχώς οι κλέφτες, κυρίως δε οι ψεύτες, απήλαυσαν μέσω της κάλπης μιας ασυλίας (αν όχι αποδοχής και επιβράβευσης), επί μία 30ετία και πλέον. Ωσότου υποστούμε, προ τριετίας, ένα συγκλονιστικό σοκ, αφού μας φάνηκε πως η κρίση ήλθε από το πουθενά. Αποδοκιμάσαμε έντονα τον Κώστα Καραμανλή, που μας παραπλανούσε επί πέντε χρόνια με την «ήπια προσαρμογή», για να μας πει στο τέλος πως έκανε λάθος και ότι χρειαζόμασταν παγωμένο ντους. Πετάξαμε στα πολιτικά απόβλητα τον Γιωργάκη, που μας εξαπάτησε ότι «τα λεφτά υπάρχουν», για να μας ρίξει, τελικά (από την παραλία του Καστελλόριζου) στα σαγόνια της τρόικας. Ο μόνος, που μέχρι στιγμής φαίνεται να τη γλιτώνει, είναι ο Αντώνης Σαμαράς. Διότι και αυτός μας είπε ψέματα. Με τον αντιμνημονιακό του οίστρο προ τριετίας και τις ανάλαφρες καντρίλιες του στο Ζάππειο. Τον αμνηστεύσαμε, προφανώς προσωρινά και δοκιμαστικά, γιατί ως πρωθυπουργός επιδεικνύει, (έως τώρα), ειλικρινή και έμπρακτη μεταμέλεια.
Με τα δεδομένα αυτά ο κ. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκονται εκτός τόπου και χρόνου. (Για να μην επεκταθώ στους πολιτικοκομήτες κ. Καμμένο και Μιχαλολιάκο). Εκτός των ακροβατικών του κινήσεων ισορροπίας στο ταλαντευόμενο, από τα δύο άκρα, κομματικό σχοινί, ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ έχει προβλέψει, κατ’ επανάληψιν, την κατάρρευση της κυβέρνησης, την εθνική καταστροφή και την άμεση προσφυγή στις κάλπες. Διαψεύδεται εξ ίσου διαδοχικά και με τρόπο παταγώδη από την πραγματικότητα. Ομως δεν ορρωδεί. Προφανώς πιστεύει πως οι πολίτες εξακολουθούν να βρίσκονται στον αστερισμό του κομματικού φανατισμού και της πολιτικής εθελοτυφλίας του παρελθόντος. Κάπως έτσι μας διαβεβαιώνει και ότι τα μεγάλα έργα εξακολουθούν να είναι τελματωμένα, πως οι εργάτες και τα μηχανήματα που βλέπουμε είναι αυταπάτη. Μια αυταπάτη γαλαζοπρασινορόζ, όπως θα έλεγε και η κ. Μοιραράκη...

από την Καθημερινή