Κυριακή 30 Ιουνίου 2013

Νέα Ελλάδα!!! Η νέα κεντροδεξιά παράταξη έχει όνομα και όραμα


Ο Πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, το είπε ξεκάθαρα στο συνέδριο της ΝΔ, δεν ξέρω όμως αν και πόσο το συνειδητοποίησαν οι περισσότεροι σύνεδροι και η πλειοψηφία των πολιτών της χώρας. Η παράταξη αλλάζει συνολικά, η παράταξη ανοίγει την αγκαλιά της για να μπουν όλοι οι Έλληνες ανεξαρτήτως του τι ψήφιζαν ή πίστευαν μέχρι τώρα, η παράταξη έχει καινούριο όνομα: «ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ» και προφανές και πεντακάθαρο πρόταγμα που δεν είναι άλλο από την ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ της χώρας.
Ο Πρωθυπουργός έδωσε το προσκλητήριο για αυτή την πανεθνική προσπάθεια, ξεχωριστά στο χέρι του καθένα από εμάς. Οι μόνοι που εξαίρεσε από αυτό, είναι όσοι συνειδητά προσπαθούν να εγκλωβίσουν αδύναμους και απελπισμένους πολίτες στο αδιέξοδο των άκρων. Όλους αυτούς που με παρωχημένες προτάσεις και εναγκαλιζόμενοι την βία και το ταξικό ή φυλετικό μίσος, παριστάνουν πως παλεύουν για το καλό των αδυνάτων, την ώρα που στην πραγματικότητα σκάβουν τον τάφο της δημοκρατίας, της εθνικής ενότητας και της κοινωνικής συνοχής. Αυτούς που απεργάζονται κάτω από τις κουκούλες οι μεν και τις μαύρες μπλούζες τους οι δε, τα χειρότερα δεινά για τον απλό πολίτη που θα παραπλανηθεί και θα τους εμπιστευτεί την ψήφο του και την τύχη της χώρας του.
Η Νέα Ελλάδα ξεκίνησε από σήμερα την πορεία προς την σωτηρία και την έξοδο της χώρας από την κρίση. Σε αυτή την δύσκολη προσπάθεια, δεν περισσεύει κυριολεκτικά κανείς. Είναι η ώρα να παραμερίσουμε όλα όσα μας χωρίζουν και να συνθέσουμε μέσα από (τα πλείστα) όσα μας ενώνουν το καινούριο όραμα για μια νέα, ανταγωνιστική, αυτοδύναμη και ανεξάρτητη Ελλάδα. Είναι ώρα να αναγνωρίσουμε όλα όσα κάναμε λάθος μέχρι σήμερα, όλα όσα βοήθησαν στην καταστροφική πορεία της χώρας τις τελευταίες δεκαετίες. Και αφού τα αναγνωρίσουμε, θα πρέπει με γενναιότητα και αποφασιστικότητα να τα αφήσουμε πίσω μας, να τα ξεχάσουμε. Και όχι μονάχα αυτό, αλλά  στην συνέχεια θα πρέπει να τα αλλάξουμε όλα. Θα πρέπει να συμφωνήσουμε σε μια κοινή πορεία, που θα είναι δύσκολη και περιστασιακά σκληρή για κάποιους που μέχρι τώρα «ευεργετήθηκαν» από το παλαιό λανθασμένο σύστημα. Μια πορεία που μπορεί να «ξεβολέψει» αυτούς που τόσα χρόνια απομυζούσαν χωρίς λόγο την τελευταία ικμάδα της χώρας. Μια πορεία όμως, που είναι αναγκαία για την απονομή της στοιχειώδους δικαιοσύνης, την σωτηρία των φτωχών και απελπισμένων πολιτών και την συνολική ευημερία της χώρας σε κάποιο όχι μακρινό μέλλον.
Ο Πρωθυπουργός από το βήμα του συνεδρίου της ΝΔ, έδωσε το σύνθημα για την Νέα Ελλάδα. Δεν μιλάμε πλέον για «δεξιούς» και «αριστερούς». Δεν μιλάμε για «φιλελεύθερους» και «σοσιαλιστές». Δεν μιλάμε καν για «προοδευτικούς» και «συντηρητικούς». Μιλάμε για ΟΛΟΥΣ τους Έλληνες, ΟΛΟΥΣ τους πολίτες αυτής της χώρας. Η ώρα ήρθε που πρέπει να διαλέξουμε αν θα ακολουθήσουμε τον Πρωθυπουργό σε αυτό το σημαντικό προσκλητήριο για την Νέα Ελλάδα, ή θα μείνουμε πίσω να θρηνούμε αιωνίως για τους χαμένους δανεικούς «παραδείσους» που έχουν τελειώσει για πάντα.  Η απόφαση είναι του καθένα ξεχωριστά και θα πρέπει να την πάρουμε σύντομα. Όσο περισσότεροι στοιχηθούμε πίσω από τον Αντώνη Σαμαρά, τόσο περισσότερες οι πιθανότητες επιτυχίας του δύσκολου εγχειρήματος. Το όραμα είναι ολοζώντανο μπροστά μας. Αν δεν καταφέρουμε να το δούμε, να το πιστέψουμε και να το ενστερνιστούμε, δεν θα μας φταίει κανείς άλλος τούτη την φορά. Γιατί τώρα, έχουμε πάθει κι έχουμε μάθει. Επειδή τώρα έχουμε την γνώση να κρίνουμε, την πείρα να αντιλαμβανόμαστε και την αδήριτη ανάγκη να πράξουμε.
από το Antinews

Μια διαφορετική ανάγνωση


Η επίθεση του Μάκη Βορίδη στο ΠΑΣΟΚ και τον Ανδρέα Παπανδρέου δεν αποτελεί τίποτα λιγότερο από την έκφραση της κοινής γνώμης της βάσης της κεντροδεξιάς .....που καταμαρτυρά στον εκλιπόντα ηγέτη του ΠΑΣΟΚ τα μύρια όσα για τα σημερινά δεινά της ελληνικής οικονομίας, από τη διαφθορά στον δημόσιο βίο και την αναξιοκρατία μέχρι την αδιαφάνεια και τα παιχνίδια εξουσίας με τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.

Η παρέμβαση του Μάκη Βορίδη όμως δεν αντικατοπτρίζει μόνο το το λαϊκό αίσθημα και τον τρόπο που ως γνήσιος δεξιός εκφράζεται ο πρώην υπουργός του Παπαδήμου. Ποιον εξυπηρετεί η επίθεση Βορίδη σε μια στιγμή που ακριβώς ακόμα κρίνεται η συνοχή της δικομματικής κυβέρνησης;

Τα σενάρια που θέλουν ταπεινά δεξιά κίνητρα στην ομιλία Βορίδη δεν είναι μόνο αφελή, αλλά και επιπόλαια. Γιατί ο Βορίδης εξυπηρετεί ηθελημένα την επιβίωση του ίδιου του συστήματος Σαμαρά συσπειρώνοντας με την επίθεση εναντίον του Παπανδρέου τη βάση της ΝΔ.

Έτσι επιτυγχάνει ταυτόχρονα να διαλύσει το τοπίο ταύτισης της νέας Νέας Δημοκρατίας με το ΠΑΣΟΚ, επιλέγοντας το σημείο και τον χρόνο της επίθεσης (στο αμιγώς κομματικό ακροατήριο και λίγες μέρες μόνο μετά τον σχηματισμό της δικομματικής κυβέρνησης).

Ο χρόνος, ο τόπος και το ακροατήριο δεν υποχρεώνουν τον Αντώνη Σαμαρά να προβεί σε δημόσιο άδειασμα του Μάκη Βορίδη ενώ επιτρέπουν στο ΠΑΣΟΚ να απαντά περιφερειακά και όχι επίσημα στις "προσωπικές" βολές του πρώην υπουργού.

Υπ' αυτή την έννοια, Βενιζέλος και Σαμαράς μπορούν να συσπειρώσουν την κομματική τους βάση διατηρώντας την κυβερνητική συνοχή και διαλύοντας τα σενάρια ταύτισης. Παράλληλα, δίνονται οι απαραίτητοι εσωκομματικοί πόντοι στο πρώην πρωτοπαλίκαρο του Γιώργου Καρατζαφέρη για να διεκδικήσει τον δεξιό Δήμο Αθηναίων στις επερχόμενες δημοτικές εκλογές και επιτρέπεται να εξελιχθεί ανέφελα η προσπάθεια δημιουργίας της "Νέας Ελλάδας" του Αντώνη Σαμαρά με όσα στελέχη έχουν διαφοροποιηθεί από το κρατικοδίαιτο ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου και έχουν παραλληλίσει το πολιτικό τους μέλλον με το εκσυγχρονισμό του Κώστα Σημίτη.

Αν τα παραπάνω δεν είναι ένα τέλειο παιχνίδι εξουσίας ανάμεσα σε Σαμαρά, Βενιζέλο και Βορίδη, τότε πρόκειται για την τέλεια θεωρία συνωμοσίας που θα ζήλευε και ο Πάνος Καμμένος.

του Λ.Ν. από την Δεξιά Άποψη

Η Νέα Δημοκρατία από τα ενοχικά σύνδρομα στη μάχη των ιδεών


γράφει ο Βασίλης Τσιαλιαμάνης

Στην ιδρυτική διακήρυξη της Νέας Δημοκρατίας, τον Οκτώβριο του 1974, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ανέφερε χαρακτηριστικά: “η Νέα Δημοκρατία είναι η πολιτική παράταξη που ταυτίζει το έθνος με το λαό, την πατρίδα με τους ανθρώπους της, την πολιτεία με τους πολίτες της, την εθνική ανεξαρτησία με τη λαϊκή κυριαρχία, την πρόοδο με το κοινό αγαθό, την πολιτική ελευθερία με την έννομη τάξη και την κοινωνική δικαιοσύνη».
Σήμερα σχεδόν σαράντα χρόνια μετά, την ημέρα λήξης του 9ου Συνεδρίου της Νέας Δημοκρατίας, καλούμαστε με επικεφαλής τον Αντώνη Σαμαρά, να επαναπροσδιορίσουμε αρχές και αξίες ώστε να γίνει πράξη η μετάβαση από την Μεταπολίτευση στη Νέα Μεταπολίτευση για την Νέα Ελλάδα.
Ο κύκλος της Μεταπολίτευσης έκλεισε οριστικά αφήνοντας κληρονομιά τη Δημοκρατία που η δική μας παράταξη εγκαθίδρυσε στη χώρα. Ταυτόχρονα όμως κληρονομήσαμε στρεβλώσεις που είναι υπεύθυνες για όσα βιώνουμε τα τελευταία χρόνια. Στον επιμερισμό της ευθύνης σίγουρα έχουμε και εμείς μερίδιο και δεν πρέπει να το κρύβουμε κάτω από το χαλί των ευθυνών.
Είναι γεγονός πως κάποιες φορές παρασυρθήκαμε από την ανεξάντλητη γοητεία του λαϊκισμού, προσπαθώντας να ακολουθήσουμε τα μονοπάτια άλλων. Αυτών που εισήγαγαν το λαϊκισμό στην πολιτική ζωή του τόπου.
Είναι γεγονός πως κάποιες φορές και εμείς οι ίδιοι, πολιτικοί και πολίτες, κυριευτήκαμε από ενοχικά σύνδρομα απέναντι στον Φιλελευθερισμό, που αποτελούσε και αποτελεί την κύρια ιδεολογική μας έκφραση, λοξοκοιτάζοντας τους δήθεν προοδευτικούς.
Είναι γεγονός πως το πελατειακό κράτος που άλλοι εγκαθίδρυσαν με μοναδικό στόχο την άγρα ψήφων δεν το «χτυπήσαμε» στη ρίζα του και υπήρξαν περιπτώσεις που το υποθάλψαμε, με τις γνωστές για τη χώρα και τους πολίτες συνέπειες.
Η Νέα Δημοκρατία ήταν, είναι και θα είναι η παράταξη που πρεσβεύει τον Φιλελευθερισμό και την Ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Όποιον προσδιορισμό και αν τοποθετήσει κάποιος πριν τον Φιλελευθερισμό, είναι η ιδεολογική αρχή που εμπεριέχει την Δημοκρατία, την ισότητα των πολιτών, προστατεύει την ιδιωτική πρωτοβουλία από την γραφειοκρατία και περιορίζει το ρόλο του κράτους. Το κράτος λειτουργεί ως εποπτεύων ρυθμιστής με κύριο ρόλο την ανεργία, την Παιδεία, την Υγεία και την Εθνική ασφάλεια.
Στην Φιλελεύθερη Ευρωπαϊκή Νέα Δημοκρατία της Νέας Ελλάδας, ο ιδιωτικός τομέας είναι ο μοχλός ανάπτυξης, με σύμμαχο ένα μικρό κράτος. Το επιχειρείν αποκτά τον πραγματικό του ρόλο. Δεν δαιμονοποιούμε την παραγωγή πλούτου, αντίθετα είμαστε σίγουροι ότι είναι ο μόνος δρόμος για να «ανοίξουν» δουλειές και να διώξουμε τον εφιάλτη της ανεργίας. Αρκετά πληρώσαμε όλοι, το μεγάλο δημόσιο τομέα αλλά και τις κρατικοδίαιτες επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα. Στο μικρό κράτος η σχέση του ιδιωτικού τομέα με το δημόσιο είναι περιορισμένη και το κράτος παύει να είναι επιχειρηματίας.
Αυτή είναι και η μεγάλη μας διαφορά με την αριστερά που είναι ενάντια σε κάθε επένδυση και με σύμμαχο το λαϊκισμό οραματίζεται το αποτυχημένο στην πράξη μοντέλο, του κράτους επιχειρηματία. Είναι γνωστό άλλωστε ότι όλο το «βαθύ» ΠΑΣΟΚ που αποβιομηχάνισε τη χώρα και πολέμησε τον ιδιωτικό τομέα, σήμερα βρίσκεται ως άλλη μία συνιστώσα στον ΣΥΡΙΖΑ.
Πολλοί μιλούν σήμερα για την ανάγκη μίας επανάστασης. Ναι, είναι αναγκαία. Είναι αναγκαία μία Κοινοβουλευτική «επανάσταση» για το αυτονόητο. Στη Δημοκρατία οι λύσεις είναι πολιτικές και φορείς των πολιτικών λύσεων τα κόμματα του Κοινοβουλίου.
Επικρατεί η άποψη ότι τα κόμματα καθοδηγούν τα συνδικάτα και τους συνδικαλιστές. Μέχρι σήμερα συνέβαινε ακριβώς το αντίθετο. Τα κόμματα δέσμια των πελατειακών σχέσεων με τα συνδικάτα οδηγούνταν σε αποφάσεις συντεχνιακής λογικής, πέρα από κάθε έννοια γενικού συμφέροντος.
Τις συνέπειες τις έχουμε ζήσει όλοι, σε μία χώρα που απεργεί σε βάρος των πολλών, με πρωτοστάτες πάντα αυτούς που έθεταν ως στόχο την προσωπική τους επιβίωση μέσα στη λογική της ανέλιξής τους στο στρεβλό συνδικαλιστικό «κίνημα» της χώρας. Ένα «κίνημα» που πάντα έβρισκε τρόπους ώστε οι άξιοι και ικανοί να είναι εκτός, ενώ η λέξη αξιολόγηση προκαλούσε αλλεργία, γιατί οι ανεπαρκείς θα διαχωριζόταν από τους επαρκείς. Το μόνο που δεν ενοχλούσε ήταν η συσσώρευση προνομίων έναντι των υπολοίπων. Και αυτά τα προνόμια των βολεμένων πάντα είχαν την προστασία της αριστεράς. Της αμετανόητης αριστεράς που με τη στάση της προσπαθεί να ενισχύσει τα άκρα, ώστε να αποδυναμώσει κάθε προσπάθεια εξόδου από την κρίση.
Η παράνομη μετανάστευση σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση, έγιναν στοιχεία εκμετάλλευσης από ακραίους σχηματισμούς που μετέτρεψαν σε ψήφο την αγανάκτηση των πολιτών. Η «είσοδος» τους στη Βουλή αλλά και τα δημοσκοπικά αποτελέσματα, αναδεικνύουν την ευθύνη του πολιτικού κόσμου αλλά και των πολιτών.
Τα κόμματα έχουν ευθύνη γιατί ενοχικά πολλές φορές καθυστέρησαν να αυτοκαθαρθούν από φαινόμενα διαφθοράς, που έδιναν λαβή στα άκρα να νομιμοποιούν τη φασιστική τους λογική, όπως επίσης γιατί δεν έδωσαν τη μάχη των ιδεών απέναντι σε αυτούς που πρεσβεύουν την καταστροφή και το χάος. Έτσι άφησαν κενό που σήμερα καλούμαστε να καλύψουμε.
Έχουμε χρέος να προτάξουμε ένα ευνομούμενο κράτος, σε όλους όσους οραματίζονται μία Ελλάδα που κάποιοι «παλικαράδες» καπηλευόμενοι τον πατριωτισμό δρουν ανεξέλεγκτα, αλλά και σε όσους από το άλλο άκρο διαχωρίζουν τη βία σε καλή και κακή. Η βία, το έγκλημα και τα άκρα δεν έχουν χρώμα.
Έχουμε χρέος να προχωρήσουμε στις μεταρρυθμίσεις που ήδη έπρεπε να έχουν γίνει, χωρίς «βαρίδια» από όπου και αν προέρχονται.
Έχουμε χρέος να υπερασπιστούμε με πάθος τις ιδέες και τις αξίες μας, έναντι αυτών που καπηλεύονται όρους όπως Δημοκρατία και πρόοδος.
Έχουμε χρέος να δώσουμε λύση στο τεράστιο πρόβλημα της ανεργίας και να μην αφήσουμε κανέναν να βάλει «φρένο» στις επενδύσεις που άρχισαν να γίνονται.
Έχουμε χρέος να σταθούμε δίπλα σε κάθε πολίτη και να πούμε την αλήθεια μακριά από λαϊκισμούς και ψεύτικες υποσχέσεις.
Έχουμε χρέος να αποβάλλουμε κάθε ενοχικό σύνδρομο, να φωνάξουμε ότι είμαστε φιλελεύθεροι και να δώσουμε σε κάθε επίπεδο τη μάχη των ιδεών. Τότε θα μπορέσουμε στο μέλλον να κοιτάξουμε τα παιδιά μας στα μάτια και να τους πούμε ότι υπήρξαμε και εμείς συντελεστές της Νέας Ελλάδας.
από το Antinews

Κυριακή 16 Ιουνίου 2013

Ο σιδηρούς πρωθυπουργός και η Κεντροαριστερά

Του Νικου Μαραντζιδη*


Η απόφαση του Αντ. Σαμαρά να κλείσει την ΕΡΤ θύμισε σε αρκετούς την πολιτική κληρονομιά της σιδηράς Βρετανίδας πρωθυπουργού Μ. Θάτσερ. Πραγματικά, από την επόμενη κιόλας στιγμή της πτώσης του σήματος της ΕΡΤ, καταλάβαμε όλοι πως ο πρωθυπουργός ήθελε να επιδείξει πυγμή. Ομως, η επιλογή αυτή δεν πρέπει να γίνει αντιληπτή ως απλώς επικοινωνιακή ή να θεωρηθεί μόνο άλλοθι για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Οχι πως δεν υπάρχουν αυτές οι διαστάσεις, αλλά το τοπίο είναι εμφανώς πιο σύνθετο.
Η επιλογή του Αντ. Σαμαρά περισσότερο από συγκυριακή πρέπει να αναλυθεί ως στρατηγικού χαρακτήρα, με έντονα ιδεολογικά χαρακτηριστικά. Εγγράφεται σε μια νεοσυντηρητική γραμμή πλεύσης όπου η τάξη, ο νόμος και οι μεταρρυθμίσεις θα επιβάλλονται με σιδερένια πυγμή. Πρόκειται για την αυγή της παρουσίας μιας νέας Δεξιάς και στην Ελλάδα. Η νέα αυτή Δεξιά προβάλλει καθαρά την ατζέντα της: νόμος και τάξη από τη μια, ισχυρή εθνική ταυτότητα από την άλλη και όλα αυτά στηριζόμενα σε μια οικονομία με περιορισμένη κρατική παρουσία και μικρή φορολογία.

Είναι σαφές πως ο Αντ. Σαμαράς κάνει ένα άλμα προς τα εμπρός και παίρνει ρίσκα. Ρίσκα, όμως, υπολογισμένα. Ενα σημαντικό τμήμα του κεντροδεξιού σώματος διψά για αποτελεσματικότητα και είναι έτοιμο να επιβραβεύσει την πολιτική εκείνη ηγεσία που θα την πετύχει. Επιπλέον, η πολιτική της πυγμής είναι ένα στοιχείο που αρέσει στο συντηρητικό ακροατήριο. Η έλξη που προκάλεσε σε τμήματα αυτού του ακροατηρίου η Χρυσή Αυγή σχετίζεται με την αίσθηση κατάρρευσης του κράτους την προηγούμενη περίοδο και την ισχυρή επιθυμία για πολιτική με «τσαμπουκά». Με άλλα λόγια, η ζήτηση για αποτελεσματική πολιτική ακόμη και (ή κυρίως) με τη χρήση αυταρχικών μεθόδων αποτελεί ένα βασικό κριτήριο για τους πολίτες αυτούς ώστε να παραμείνουν αφοσιωμένοι στη Ν.Δ. ή να επιστρέψουν στην κάλπη της.
Επειτα από πολύ καιρό, λοιπόν, ένας κεντροδεξιός πρωθυπουργός αποφασίζει να χαράξει τις κινήσεις του όχι μόνο μέσα σε ένα επικοινωνιακό πλαίσιο και μια διαχειριστική αντίληψη της εξουσίας αλλά υπό το πρίσμα μιας στρατηγικής με στόχο την ιδεολογική κυριαρχία. Θα τα καταφέρει; Δύσκολο να απαντήσει κανείς με σιγουριά αυτή τη στιγμή. Εξάλλου τα ερωτήματα τώρα σχετίζονται με το μέχρι πού είναι διατεθειμένος να φτάσει και ποιες μάχες είναι αποφασισμένος να δώσει.
Είναι αρνητική αυτή η εξέλιξη; Κάθε άλλο! Τώρα η πολιτική αποκτά μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Εξάλλου, το πρόβλημα αυτή τη στιγμή δεν είναι ότι η Κεντροδεξιά βρήκε τη δική της στρατηγική τύπου «Θάτσερ» αλλά ότι η Κεντροαριστερά δεν μπορεί να βρει τον δικό της Τόνι Μπλερ. Οχι μόνο το πρόσωπο αλλά κυρίως το πολιτικό σχέδιο.
Για την ώρα, αυτό που χαρακτηρίζει τις δυνάμεις του μεταρρυθμιστικού Κέντρου και της σοσιαλδημοκρατίας είναι η αμηχανία και η διαρκής αμφιθυμία. Πρόκειται για συγκυριακό φαινόμενο ή, όπως επισημαίνει ο Χρ. Χωμενίδης, είναι ανίατη ασθένεια; Ο,τι κι αν συμβαίνει, σήμερα οι δύο κύριοι φορείς της Κεντροαριστεράς (ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ) δίνουν την αίσθηση πως συνιστούν έναν «ΣΥΡΙΖΑ λάιτ». Ουσιαστικά δηλαδή προάγουν χρεοκοπημένες και εντέλει αναξιόπιστες πολιτικές. Απλώς αυτό το κάνουν με κόσμιο και δημοκρατικό τρόπο –όχι ασήμαντη λεπτομέρεια, αλλά σίγουρα ανεπαρκή για να κριθούν θετικά. Ετσι, απογοητεύουν διπλά την κοινωνική τους βάση, καθώς και ξεπερασμένες κρατικιστικές πολιτικές υπερασπίζονται και δείχνουν να το κάνουν αυτό άνευρα και κουτοπόνηρα.
Η Κεντροαριστερά, λοιπόν, αντί να κλαψουρίζει αμήχανη και να δίνει μάχες οπισθοφυλακής, οφείλει να ξεκόψει ριζικά με τον κρατισμό και τον συντεχνιασμό. Οφείλει να εκφράσει θαρραλέα τη νέα μεσαία τάξη, τον κοσμοπολιτισμό και τις ευρωπαϊκές αξίες. Να μιλήσει με όρους ενός σύγχρονου πολιτικού και οικονομικού φιλελευθερισμού. Να προαγάγει την κοινωνία των ίσων ευκαιριών και όχι ξεψυχισμένες σοσιαλδημοκρατικές αντιλήψεις του ’70. Η παλιά σοσιαλδημοκρατία πέθανε, κύριοι! Οσο νωρίτερα τη θάψετε και την κλάψετε τόσο γρηγορότερα η Κεντροαριστερά θα γίνει αξιόπιστη, ειλικρινής και αισιόδοξη, δηλαδή νέα.
Η Κεντροαριστερά, λοιπόν, οφείλει να ανασυσταθεί τάχιστα και να βρει τις ενοποιητικές διαδικασίες όχι μέσω της ανακύκλωσης στις ηγετικές θέσεις των παλαιών και φθαρμένων (καλώς ή κακώς) προσώπων, αλλά μέσω της προώθησης ενός νέου και άφθαρτου δυναμικού που διαθέτει και που μπορεί να εκφράσει καλύτερα τις μεσαίες κοινωνικές δυνάμεις. Εντέλει, απέναντι στο βλοσυρό βλέμμα και την αποφασιστικότητα της Μάργκαρετ Θάτσερ, η Κεντροαριστερά ας αντιτάξει το αισιόδοξο χαμόγελο και χαρούμενο πρόσωπο του Τόνι Μπλερ.

* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα και στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας.

Ο Σαμαράς παίρνει το παιχνίδι πάνω του


Του Νίκου Κωνσταντάρα
Η απόφαση του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά να κλείσει την ΕΡΤ είναι σταθμός στην πολιτική ιστορία της Ελλάδας. Το αποτέλεσμα θα δείξει αν ήταν η κίνηση που σηματοδότησε την αρχή της ανάκαμψης (η οποία δεν μπορεί παρά να είναι μακρόχρονη και επίπονη) ή αν ήταν η τελική απόδειξη ότι οι πολιτικοί μας είναι ανίκανοι να κυβερνήσουν. Ο Σαμαράς πήρε πάνω του την ευθύνη να δείξει με τον πιο δραματικό τρόπο στον ελληνικό λαό ότι όλα άλλαξαν, ότι τίποτα δεν θα είναι όπως πριν, ότι η Ελλάδα της κρίσης απαιτεί ριζοσπαστικά μέτρα, ότι τελείωσαν τα ψέματα. Η αλήθεια είναι ότι λίγοι περίμεναν τέτοια κίνηση από έναν ηγέτη που φαινόταν ανίσχυρος να τα βάλει με το πελατειακό κράτος, του οποίου οι υφιστάμενοι αδυνατούσαν να καταλήξουν σε έστω μία απόλυση από τον δημόσιο τομέα. Εκεί που τίποτα δεν συνέβαινε, ο Σαμαράς έριξε μια ζαριά που ανέτρεψε το σκηνικό. Αυτή η ζαριά θα κρίνει το μέλλον της κυβέρνησής του, την πορεία της αναδιάρθρωσης του δημόσιου τομέα και τη δική του θέση στην Ιστορία.

Το σίγουρο είναι ότι ό,τι και αν συμβεί από εδώ και πέρα (και όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά, συμπεριλαμβανομένων και των πρόωρων εκλογών), δεν θα μπορούμε να ισχυριστούμε ότι και αυτή η κυβέρνηση έπεσε θύμα της αδράνειας. Εως την περασμένη Τρίτη, ο δημόσιος τομέας ήταν η ιερή αγελάδα της Ελλάδας και η ΕΡΤ ήταν το πιο ορατό –και συνεπώς το πιο ιερό– κομμάτι του Δημοσίου. Η κρατική ραδιοτηλεόραση παραμένει μία από τις λίγες σταθερές των Ελλήνων είτε είμαστε μεγάλοι σε ηλικία είτε νέοι είτε ζούμε στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό – ενώ οι εμπορικές ραδιοτηλεοπτικές επιχειρήσεις μπήκαν στη ζωή μας μόλις το 1989. Το απότομο κλείσιμο της ΕΡΤ, λοιπόν, έχει τεράστιο συμβολικό βάρος, είναι φορτωμένο με θετικά και αρνητικά στοιχεία. Δείχνει μεγάλη αποφασιστικότητα του πρωθυπουργού προς όλες τις κατευθύνσεις, εντός και εκτός Ελλάδας· από την άλλη, ξάφνιασε και λύπησε πολλούς πολίτες, συσπείρωσε διάφορες ομάδες πολιτών και κομμάτων που εναντιώνονται στην κυβερνητική πολιτική. Μεταξύ των αντιφρονούντων προέκυψαν και οι κυβερνητικοί εταίροι του Σαμαρά, αποδεικνύοντας για άλλη μία φορά τον πανικό της ελληνικής πολιτικής τάξης μπροστά στον φόβο του πολιτικού κόστους.

Το εγχείρημα θα κριθεί από το πώς ο Σαμαράς θα διαχειριστεί τους κ. Βενιζέλο και Κουβέλη, τι αντίκτυπο θα έχει στους δανειστές και ποια δυναμική θα αναπτύξουν οι αντιδράσεις για το κλείσιμο της ΕΡΤ. Οι πρώτες αντιδράσεις δείχνουν ότι οι πάντες αιφνιδιάστηκαν. Οι κυβερνητικοί εταίροι είχαν ενημερωθεί από τον Σαμαρά δύο μέρες νωρίτερα και, παρόλο που διαφώνησαν, δεν άφησαν το μυστικό να διαρρεύσει. Στις Βρυξέλλες και σε άλλες πρωτεύουσες ήταν έντονη η ανησυχία ότι η ταραχή θα οδηγούσε σε εκλογές και στο τέλος της σταθερής (πλην συνεχώς κρίσιμης) κατάστασης του περασμένου έτους. Κανείς δεν φάνηκε ευχαριστημένος από μια εξέλιξη που άφηνε ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα. Μόνο ο κ. Σαμαράς έδειχνε να ελευθερώνεται, σαν να έπαιρνε την τύχη του στα χέρια του, αδιαφορώντας για τους προβληματισμούς των εταίρων του, για τις υπερβολές των πολιτικών αντιπάλων, για τις συνδικαλιστικές αντιδράσεις. Εδειχνε να ξεφεύγει από την καθημερινή γκρίνια του κ. Βενιζέλου και τις σοφιστείες των υπουργών που ανέδειξε η ΔΗΜΑΡ, να απαλλάσσεται από την αγωνία των άγονων αποκρατικοποιήσεων, να δείχνει ότι δεν ήταν όμηρος κανενός πολιτικού εταίρου ή αντιπάλου, κανενός ξένου επιθεωρητή.

Το ερώτημα τώρα είναι αν αυτή η «απελευθέρωση» του Σαμαρά είναι σημάδι μιας αποφασιστικότητας να λειτουργήσει με στρατηγική και τακτική ώστε να αναμορφώσει τον δημόσιο τομέα ή αν προκύπτει από μια επιστροφή στο χαρακτηριστικό πείσμα που έχει επιδείξει στην καριέρα του. Εάν φανεί ότι έχει σχέδιο και έχει εξασφαλίσει την απαραίτητη στήριξη από συμμάχους εντός και εκτός Ελλάδας, τότε το κλείσιμο της ΕΡΤ και η ανασύστασή της πάνω σε στέρεες βάσεις αξιοπιστίας θα μπορούσαν να είναι ένα σημαντικό βήμα στον δρόμο προς την έξοδο από την κρίση. Εάν, όμως, η απόφαση ήταν απλώς μια ρηξικέλευθη «φυγή προς τα μπρος», μια δραματική κίνηση χωρίς περαιτέρω σχέδιο, τότε δύσκολα θα πιστέψουμε ότι τα «αμαρτήματα» της ΕΡΤ δεν είναι απλώς μια αφορμή για να ρίξει τις ευθύνες του τέλματος σε άλλους, και μέσα στον κρότο και τη λάμψη, να πάει τη χώρα σε εκλογές. Με τους πολίτες σε τέτοια σύγχυση, τα ζάρια των εκλογών ίσως αποδειχθούν χειροβομβίδες.

από την Καθημερινή της Κυριακής

Σπάμε την ομΕΡΤα

Σάββατο 15 Ιουνίου 2013

Η ΕΡΤ, η ΔΕΠΑ και η... φάκα


Γράφει ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος






Ξαφνικά όλοι αγαπήσαμε την ΕΡΤ που μέχρι τώρα όλοι λατρεύαμε να μισούμε! Το «κομματικό μικρομάγαζο» για πολλούς έγινε απότομα ο «προμαχώνας της πολυφωνίας» για τους περισσότερους. Ο Σαμαράς χτύπησε διάνα. Βρήκε τον μοναδικό χειρισμό που σε ημέρες δυσκολιών και μιας μεγάλης αποτυχίας, κυρίως λόγω ερασιτεχνικών και ανόητων χειρισμών των διορισμένων ηγεσιών της, με την ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ μπορεί να του προσθέσει συμπάθειες και πιθανότατα νέα εκλογική στήριξη. Οι αντιπαθείς συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι των εργαζομένων στην ΕΡΤ, που ζει με τις υποχρεωτικές καταβολές του κόσμου, έχουν ήδη απαξιώσει το ίδρυμα με τις συνεχείς στάσεις εργασίας που την ξέκοψαν από το κοινό των ΜΜΕ. Η κατάργησή της μαζί και με την κατάργηση του σχετικού υποχρεωτικού χαρατσιού ανακουφίζει ψυχολογικά τους φορλογούμενους και φέρνει σε εξαιρετικά δύσκολη θέση τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Αν έστω οι οπαδοί τους γύριζαν τόσον καιρό τους δέκτες στα κρατικά κανάλια δεν θα είχαν τόσο βουλιάξει.
Το σημαντικό όμως θέμα είναι η αφορμή της ρήξης, που με βάση τα όσα μέχρι τώρα ακούγονται, είναι πιθανό να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές. Η διοίκηση της ΔΕΠΑ δεν κατάλαβε απολύτως τίποτε από όσα συνέβησαν. Προχώρησαν σε μια ιδιωτικοποίηση, αν ήθελαν πράγματι να προχωρήσει, με όλα τα μέτωπα ανοιχτά προσφέροντας δικαιολογίες σε όσους το επιθυμούσαν να την τινάξουν τελικά στον αέρα. Δεν είναι δυνατόν να περιμένεις κάποιος να αγοράσει έναν φορέα που έχει ανοιχτούς λογαριασμούς με χιλιάδες πελάτες του δίχως να δείχνει έτοιμος να τους διεκδικήσει. Την έπαθε κάποια φορά ο εφοπλιστής Περατικός, με εκκρεμείς κατά την ιδιωτικοποίηση άλλου είδους λογαριασμούς, με τα Ναυπηγεία της Ελευσίνας. Δεν θα την πάθαιναν οι ειδήμονες Ρώσοι -ή όποιοι άλλοι? επενδυτές.
Υπήρχε όμως ανοιχτό και το θέμα της ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Μόνο άσχετοι δεν γνώριζαν πως οι Ευρωπαίοι έχουν ανοιχτό μέτωπο με την Γκάζπρομ για ζητήματα παραβίασης των κανόνων αντι-τράστ. Η Ευρώπη επιμένει πως οι νόμοι απαγορεύουν εταιρείες με κάθετες δραστηριότητες. Έτσι, δεν μπορεί ο ίδιος φορέας να παράγει, να μεταφέρει να εμπορεύεται το ίδιο προϊόν. Η Γκάζπρομ όμως έτσι κινείται. Και οι Βρυξέλλες ελέγχουν σχετικές της δραστηριότητες στην Ανατολική Ευρώπη. Πώς θα δέχονταν παρόμοια εξέλιξη στην Ελλάδα; Ισως αυτό να εξηγεί και το υψηλό τίμημα που φαίνεται να προσέφεραν οι Ρώσοι. Ένταξη στην ελληνική αγορά θα δημιουργούσε προηγούμενο και για αλλού στη Δύση. Ενώ θα μπορούσε κάτι τέτοιο να γίνει μέσω άλλων εταιριών, προφανώς η πρόθεση ήταν να σπάσει, λόγω και ελληνικής οικονομικής κρίσης - το «όχι» της Ευρώπης. Πώς θα μπορούσε όμως αυτό να γίνει; Η «δικτατορία του Νόμου», όπως λέει και ο πρόεδρος Πούτιν, πρέπει να ισχύει παντού.
Η έλλειψη προετοιμασίας λοιπόν της ελληνικής εταιρίας προκάλεσε μια άνευ προηγουμένου κρίση απαξίωσης. Που δύσκολα θα μπορούσε να διαχειρισθεί η ελληνική κυβέρνηση που είχε δημιουργήσει κλίμα αισιοδοξίας και καλής αντιμετώπισης της ελληνικής οικονομίας στο εξωτερικό. Η ΕΡΤ λοιπόν αποτέλεσε έναν έξυπνο αντιπερισπασμό. Και στην παγίδα έπεσαν σαν αρχάριοι όλοι. Κόμματα της συγκυβέρνησης, της αντιπολίτευσης και η ίδια η ΕΣΗΕΑ. Όλοι ξιφούλκησαν για την τύχη της ΕΡΤ. Και ξέχασαν την ΔΕΠΑ και την Γκάζπρομ.
Ποιος όμως νοιάζεται για την ΕΡΤ; Μοναχά τα κόμματα που έχουν στελέχη τους εκεί ανάμεσα στους εργαζομένους. Η καλύτερη ευκαιρία ήταν για την κυβέρνηση να προχωρήσει μπροστά. Και να ξεφορτωθεί ανώδυνα του κυβερνητικούς της εταίρους. Κατηγορώντας τους όλους για φαυλότητα και εμμονή στον παλαιοκομματισμό. Την εξυπηρέτησαν επίσης με το να αρνηθούν τα στελέχη τους να υπογράψουν την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου. Να έρθει λοιπόν υποχρεωτικά άμεσα στη Βουλή. Και εκεί είτε να την ψηφίσουν, γελοιοποιούμενοι. Είτε να την καταψηφίσουν, και να διαλυθεί ο συνασπισμός. Δίχως να ευθύνεται ο πρωθυπουργός...
Ετσι κλείνει η φάκα. Το τι θα γίνει αύριο, είναι μια άλλη εντελώς διαφορετική υπόθεση...

από την Ημερησία